Από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη και από τα Δωδεκάνησα έως τη Δυτική Πελοπόννησο, εμβληματικές ελληνικές παραλίες βυθίζονται, με τη θάλασσα να «καταπίνει» ιδιοκτησίες, δρόμους και άλλες παράκτιες υποδομές. Οι ακτές σταδιακά παραδίδονται στις πιέσεις της κλιματικής αλλαγής, της τουριστικής ανάπτυξης και των κακοτεχνιών σε λιμενικές ή άλλες τεχνικές υποδομές που έγιναν στο… πόδι μόνο και μόνο για να κόψουν την κορδέλα.
Σύμφωνα με εν εξελίξει μελέτη του Ερευνητικού Κέντρου Φυσικών Καταστροφών της Ακαδημίας Αθηνών, περίπου το 70% των ακτών στην ελληνική επικράτεια υπολογίζεται ότι έχουν διαβρωθεί ή βρίσκονται υπό διάβρωση. Ειδυλλιακές παραλίες όπως η Σουρωνή ή η Αφάντου της Ρόδου, ο Πλατανιάς και η Αγία Μαρίνα του κόλπου των Χανίων, τα Μεσάγγαλα του δήμου Τεμπών, τα Βραχναίικα και τα Τσουκαλαίικα της Δυτικής Αχαΐας, οι ακτές σε Κορινθιακό, Πιερία, Θερμαϊκό, Δυτική Χαλκιδική και εκατοντάδες άλλες παράκτιες ζώνες, χρόνο με τον χρόνο συρρικνώνονται.
Οι αμμώδεις παραλίες της Ελλάδας αποτελούν έναν ανεκτίμητο φυσικό πόρο με πολυδιάστατη αξία. Οπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο ακαδημαϊκός και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας Κώστας Συνολάκης, πέρα από τη συμβολή τους στη φυσική προστασία των ακτών και στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και της ποιότητας ζωής των κατοίκων, έχουν μια τεράστια οικονομική αξία. «Η τουριστική βιομηχανία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη φήμη και την προσβασιμότητα των ελληνικών παραλιών. Ωστόσο, η τουριστική ανάπτυξη υπήρξε σε μεγάλο βαθμό άναρχη. Η έλλειψη σχεδιασμού και ρύθμισης είχε ως αποτέλεσμα να επιδεινωθούν οι πιέσεις στο παράκτιο περιβάλλον. Η διάβρωση των αμμωδών παραλιών – που συχνά συνοδεύεται από την εξαφάνιση των αμμοθινών – είναι πλέον έντονη, ακόμη και σε μέχρι πρόσφατα «παρθένες» παραλίες, όπως τα Φαλάσαρνα στην Κρήτη» αναφέρει ο κ. Συνολάκης.
Η οικονομική διάσταση της διάβρωσης είναι τεράστια. Για παράδειγμα, όπως τονίζει ο επικεφαλής του Ερευνητικού Κέντρου Φυσικών Καταστροφών κ. Συνολάκης, στη Ρόδο μελέτη είχε εκτιμήσει ότι μία παραλία μπορεί να φιλοξενεί έναν επισκέπτη ανά τετραγωνικό μέτρο (τ.μ.), με καθέναν να αποφέρει περίπου 10 ευρώ ημερησίως στην τοπική οικονομία, μόνο από ποτά και ομπρέλες. Ο ρυθμός ανανέωσης μπορεί να φτάσει έως και τρεις επισκέπτες/ημέρα/τ.μ. τη θερινή περίοδο. Αντίστοιχα, μελέτη στην παραλία του Ρεθύμνου υπολόγισε οικονομική αξία έως και 65 ευρώ/τ.μ. ημερησίως για παραλίες μπροστά από πολυτελή ξενοδοχεία, με μέσο όρο στα 18,5 ευρώ/τ.μ. «Με προσαρμογή στον πληθωρισμό, τα σημερινά οικονομικά οφέλη για Ρέθυμνο και Ρόδο είναι 24 ευρώ/τ.μ. και 13 ευρώ/τ.μ. αντίστοιχα, ημερησίως» τονίζει ο καθηγητής.
Κάνοντας υπολογισμούς για το κόστος της διάβρωσης στην εθνική οικονομία, οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι οι απώλειες υπερβαίνουν το 1 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ όσο επιταχύνεται ο ρυθμός διάβρωσης το ετήσιο κόστος, χρόνο με τον χρόνο, αυξάνεται. «Ο υπολογισμός είναι εξαιρετικά δύσκολος, ωστόσο εκτιμούμε ότι σε μία δεκαετία το συνολικό κόστος θα υπερβαίνει τα 25 δισ. ευρώ. Κι αυτό δίχως να υπολογίζεται το κόστος από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας ή η απώλεια υπηρεσιών από τα οικοσυστήματα, όπως είναι η προστασία από τις πλημμύρες» υπογραμμίζει ο κ. Συνολάκης. Στην ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον κ. Συνολάκη, συμμετέχουν οι Βαγγέλης Βουκουβάλας (ερευνητής στο Joint Research Center της Ευρωπαϊκής Ενωσης), Νίκος Καλλιγέρης (ερευνητής, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών), Σπύρος Φωτείνης (καθηγητής, Heriot-Watt University), Βασίλης Σκαναβής (επίκουρος καθηγητής ΠΑΔΑ), Νίκος Μαραβελάκης (ερευνητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης) και Γιώργος Σαρτζετάκης (Deloitt).
Πέρα από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας (π.χ. το Καλοχώρι Θεσσαλονίκης ήδη βυθίζεται) ή τα ακραία φαινόμενα (όπως ο «Ντάνιελ» που σάρωσε τη Θεσσαλία) λόγω κλιματικής αλλαγής, στα κύρια αίτια που οδηγούν στη διάβρωση περιλαμβάνονται παράνομες αμμοληψίες, αυθαίρετη οικιστική ανάπτυξη, ακατάλληλη χάραξη παραλιακών δρόμων και ανεξέλεγκτη κατασκευή λιμενικών έργων.
«Λιμενικά καταφύγια κτίστηκαν χωρίς μετρήσεις για το ύψος, την κατεύθυνση και τα μεγέθη των ρευμάτων, με συνέπεια την ταχεία αποσάθρωση όμορων παραλιών. Σε μια περίπτωση στην Κρήτη η αποσάθρωση οδήγησε στην κατάρρευση σπιτιών δίπλα στην παραλία. Ο εργολάβος ισχυριζόταν ότι η μελέτη ήταν λάθος, ο… λιμενολόγος ότι η μελέτη του δεν εφαρμόστηκε σωστά. Αποτέλεσμα; Να ανατεθεί με μεγάλο κόστος νέα μελέτη, από τις ίδιες υπηρεσίες και πρόσωπα, να σχεδιαστούν επιπλέον φαραωνικά έργα. Ποτέ δεν ζητήθηκαν ευθύνες για την αστοχία που στέρησε για σχεδόν 20 χρόνια την παραλία και τα οικονομικά οφέλη της από τους κατοίκους» επισημαίνει ο κ. Συνολάκης.
Κορινθιακός SOS
Τα σημαντικότερα προβλήματα διάβρωσης καταγράφονται στις ακτές του Κορινθιακού Κόλπου και ειδικότερα στο τμήμα από την Κόρινθο έως το Ξυλόκαστρο. Μάλιστα, σε διάφορα σημεία της ακτογραμμής του Δήμου Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης που βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η θάλασσα έχει φτάσει στα σπίτια ενώ απειλεί και υποδομές. Προ διμήνου μάλιστα, τμήμα της παλαιάς παραλιακής εθνικής οδού Κορίνθου – Πατρών, στα Κάτω Πιτσά Ξυλοκάστρου, υπέστη καθίζηση την ώρα που περνούσε λεωφορείο του ΚΤΕΛ, ευτυχώς δίχως τραυματισμούς.
Σύμφωνα με πρόσφατη απάντηση του υπουργού Ναυτιλίας Βασίλη Κικίλια στη Βουλή, αναμένεται έγκριση πρότασης από το ΕΣΠΑ για δράση που, μεταξύ άλλων, αφορά έργα αντιδιαβρωτικής προστασίας του Κορινθιακού Κόλπου προϋπολογισμού 54 εκατ. ευρώ. Επειδή όμως τα κονδύλια δεν επαρκούν, ζητήθηκε από την Περιφέρεια Πελοποννήσου να εξεταστεί η δυνατότητα χρηματοδότησης και από το περιφερειακό πρόγραμμα. Ετσι, με απόφαση του περιφερειάρχη Πελοποννήσου Δημήτρη Πτωχού εκδόθηκε πρόσκληση, προϋπολογισμού 16 εκατ. ευρώ για αντιδιαβρωτικά έργα στα σημεία που τα προβλήματα είναι πιο έντονα. Εφόσον οι προτάσεις πάρουν το πράσινο φως, θα προκηρυχτούν οι διαγωνισμοί και, εκτός απροόπτου, αρχές του 2026 θα ξεκινήσουν τα έργα.
Οι λύσεις που συνήθως προτείνονται είναι βαριές κατασκευές με τσιμέντο και βράχους.
«Οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων που συνοδεύουν τα έργα σχεδόν ποτέ δεν εξετάζουν εναλλακτικές λύσεις. Το πρόβλημα με τις συγκεκριμένες «σκληρές» λύσεις είναι ότι δεν επιλύουν το πρόβλημα της διάβρωσης μακροπρόθεσμα και συχνά το μετατοπίζουν σε όμορες παραλίες. Σχεδόν ποτέ δεν σταθεροποιούν τις παραλίες, αλλά αρέσουν στους τοπικούς άρχοντες που θέλουν να δείξουν έργα – τσιμεντένιες κατασκευές. Πέραν τούτου, η άνοδος της στάθμης λόγω της κλιματικής αλλαγής θα κάνει τα περισσότερα «σκληρά» έργα μη αποτελεσματικά μέσα σε δύο δεκαετίες» αναφέρει ο καθηγητής. Υποστηρίζει πως η περιβαλλοντικά πιο φιλική και μόνιμη λύση είναι ο εμπλουτισμός των παραλιών, γνωστός ως αναπλήρωση.
«Από βαθιά νερά – άνω των 15 μέτρων – μεταφέρεται άμμος πίσω στην παραλία και έτσι ξαναφτιάχνεται όπως ήταν κάποτε. Αυτή η λύση χρησιμοποιείται σε Καλιφόρνια, Χαβάη, Φλόριντα, Ιαπωνία, Αυστραλία, Ισπανία, Ιταλία, Τουρκία κ.ά. Η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή μεσογειακή χώρα που δεν χρησιμοποιείται επειδή υπάρχει άγνοια αλλά και συμφέροντα στο να γίνονται εξορύξεις βράχων και φαραωνικές τσιμεντένιες κατασκευές. Ο εμπλουτισμός στοιχίζει το 1/5 των σκληρών κατασκευών» υπογραμμίζει ο κ. Συνολάκης, επισημαίνοντας ότι είναι απαραίτητη η άμεση χάραξη εθνικής πολιτικής για λόγους περιβαλλοντικούς, αλλά και για τη μακροπρόθεσμη οικονομική επιβίωση της χώρας.